Την Κυριακή, 24η Ιουνίου 1990, και περί τις 2:00, επιχείρησαν να διαφύγουν από την Κακαβιά στην Ελλάδα ο Θωμάς Μπότας του Μιχάλη από τη Βόδριστα του Αργυροκάστρου, 26 ετών, και ο Χριστάκης Λάτσης του Χαράλαμπου, 24 ετών, από τον Πετσά των Αγίων Σαράντα.
Εξαιτίας της κακής εκτίμησης των κινήσεων της μεθοριακής περιπολίας και της εντατικοποίησης των μέτρων φύλαξης των συνόρων εκείνη την περίοδο (εκτελούσαν επιδεικτικές κινήσεις εκφοβισμού και τρομοκράτησης του πληθυσμού με βαριά στρατιωτικά οχήματα κατά μήκος της εθνικής οδού Αργυρόκαστρου-Κακαβίας), οι δύο επίδοξοι φυγάδες έγιναν αντιληπτοί από τη συνοριακή μονάδα της Κακαβιάς.
Αστραπιαία, στον τόπο του συμβάντος κατέφθασαν πολυάριθμες δυνάμεις του 185ου τάγματος προκάλυψης Αργυροκάστρου, οι οποίες, καταδιώκοντας τους δύο νεαρούς, τραυμάτισαν ελαφρά τον Λάτση, τον οποίο στη συνέχεια συνέλαβαν και διακόμισαν στο νοσοκομείο Αργυροκάστρου, εκτός κινδύνου για τη ζωή του, ενώ εκτέλεσαν επί τόπου τον Μπότα, τον οποίο και παράχωσαν πρόχειρα σε μια παρακείμενη λακκούβα.
Στην επιχείρηση καταδίωξης και εξουδετέρωσης συμμετείχε ο μεθοριακός φύλακας Ντ. Λ. από τα Τίρανα και ο υπεύθυνος του σκύλου Π. Τ.
Σύμφωνα με προφορικές μαρτυρίες, τον Μάρτιο του 1993, κάποιος συνοριοφύλακας που συμμετείχε στο αποκρουστικό έγκλημα, καταδιωκόμενος από τις Ερινύες και τις τύψεις, εμφανίστηκε αυτοβούλως στους συγγενείς του θύματος και εξομολογούμενος υπέδειξε τον τόπο ταφής του Μπότα.
Στη συνέχεια, οι χωριανοί του φρόντισαν για την ανακομιδή των οστών και την ταφή του στα κοιμητήρια του χωριού στις 7 Μαρτίου 1993.
Σύμφωνα με τις ίδιες μαρτυρίες, πριν από την εκτέλεση το θύμα υπέστη φρικώδεις βασανισμούς, ενώ τον πέταξαν στο λάκκο χωρίς να έχει εκπνεύσει, λιθοβολώντας τον με μεγάλες πέτρες. Οι ωρυγές του ακούγονταν μέσα στη νύχτα.
Σταύρος Ντάγιος